Ο Νεόφυτος Χριστοδούλου από τη Λεμεσό, είναι από τα παιδιά των οποίων το μέλλον έμοιαζε προβλέψιμο: εξαιρετικές επιδόσεις στο σχολείο, σπουδές στο Cambridge και δουλειά σε μεγάλες τράπεζες στην Αγγλία. Το γεγονός ότι στα 35 του δε δουλεύει στο γραφείο ενός γυάλινου ουρανοξύστη, αλλά σε σουβλατζίδικο, για κάποιους ισοδυναμεί με αποτυχία. Η διαφορά είναι ότι ο Νεόφυτος είναι συνιδρυτής του μεγαλύτερου ελληνικού street food brand στο Λονδίνο.
Τη σαρωτική επιτυχία που γνώρισε το brand αυτό, την αντιλαμβάνεσαι εύκολα αν βρεθείς στη βρετανική πρωτεύουσα. Όλο και κάπου θα δεις ένα από τα 6 καταστήματα της αλυσίδας ‘The Athenian’ στο Λονδίνο (ή στο Μπρίστολ, όπου βρίσκεται το έβδομο), που κατάφεραν να κάνουν τάση το ελληνικό σουβλάκι και τους κυπριακούς λουκουμάδες στην Αγγλία. Αυτό που μάλλον δεν υποψιάζεται κανείς, είναι ότι πίσω από αυτό βρίσκεται ένας νέος Λεμεσιανός, απόφοιτος του Cambridge.
Έτσι, αν και ο Νεόφυτος έφυγε από τη Λεμεσό το 2004 οραματιζόμενος ακαδημαϊκή καριέρα, και πήρε μια γεύση από τη ζωή των ‘Golden boys’, βρήκε τη χρυσή τομή ευτυχίας και επιτυχίας, γυρίζοντας την πλάτη σε όλα και επιλέγοντας έναν εντελώς ανορθόδοξο δρόμο. Αντικαθιστώντας τα κουστούμια και τις γραβάτες με ποδιές κουζίνας, το επιχειρηματικό δαιμόνιό του βρήκε χώρο, όχι μόνο να εκφραστεί, αλλά και να επικρατήσει μέσα στο εξαιρετικά ανταγωνιστικό περιβάλλον μιας από τις μεγαλύτερες μητροπόλεις του κόσμου. Αυτό επιβεβαιώνει η αλυσίδα καταστημάτων που συνεχώς αυξάνονται, συντηρώντας μια ακμάζουσα επιχείρηση με 100+ άτομα προσωπικό.
Η πορεία τέτοιων ανθρώπων, είναι σίγουρα κάτι για το οποίο αξίζει να είναι περήφανη η πόλη του και αυτή την πορεία ιχνηλατεί ένα τέτοιο αφιέρωμα στο All About Limassol (Official), τον Επίσημο Οδηγό της Λεμεσού.
Ο Νεόφυτος ήταν καλός μαθητής. Τον ξεχώριζε η ιδιαίτερη αγάπη για τα μαθηματικά και είχε αρχίσει να εξασφαλίζει πιστοποιητικά GCE στο αντικείμενο αυτό ήδη από το γυμνάσιο. Κάπου εκεί άρχισε να γίνεται στόχος το Cambridge. Για τους γονείς του, όπως και για τους γονείς των περισσότερων συνομήλικών του στην Κύπρο, όνειρο ήταν να τον δουν να διαπρέπει στις σπουδές του, γι’ αυτό η εισαγωγή στο Cambridge έφερε δάκρυα συγκίνησης στα μάτια όλων.
«Πήγα στη συνέντευξη για την εισαγωγή μου στη σχολή εντελώς ανυποψίαστος. Όσοι εισάγονται εκεί από ιδιωτικά σχολεία της Αγγλίας, εκπαιδεύονται από νωρίς για το πως να διαχειριστούν μια τέτοια στιγμή. Για εμένα, πήγαν πολλά πράγματα ανάποδα, ακόμα και το ξυπνητήρι μου δε χτύπησε, με αποτέλεσμα να ξυπνήσω μόλις 20 λεπτά πριν την ώρα της συνέντευξης. Τότε με κυρίευσε άγχος, κυρίως από φόβο μήπως απογοητεύσω τους γονείς μου», θυμάται ο Νεόφυτος.
Το περιβάλλον στο Cambridge ήταν ιδιαίτερα ανταγωνιστικό. Σε ένα τμήμα με επικεφαλής τον ίδιο τον Stephen Hawking, οι απαιτήσεις ήταν εξαιρετικά ψηλές.
«Έκλαψα πάρα πολλές φορές. Δεν δοκιμαζόταν μόνο η γνώση και η ευφυία, αλλά και οι ψυχικές αντοχές μας. Την ίδια στιγμή, όμως, γνώρισα ανθρώπους που χαρακτηρίζονταν από πάθος για το αντικείμενό τους, αλλά και για τη ζωή. Για παράδειγμα, πολλοί από τους συμφοιτητές μου, για να μπουν πιο ολοκληρωμένοι στις σπουδές, είχαν επιλέξει να αφήσουν 1 χρόνο κενό, στον οποίο είχαν ασχοληθεί με εθελοντική εργασία, ταξιδεύοντας και συλλέγοντας εμπειρίες».
Από τη ζωή στο Cambridge.
Θα άλλαζες την απόφαση να φοιτήσεις στο Cambridge, αν μπορούσες;
Δεν έκανα ποτέ τη φοιτητική ζωή που έκαναν φίλοι μου στην Ελλάδα και πάντα σκεφτόμουν πως θα ήταν αν είχα πάει για σπουδές στην Αθήνα, όπως η αδερφή μου. Στο Cambridge πέρασα πολλά Σάββατα διαβάζοντας. Όταν όμως πήγαινα στις παραδόσεις από διακεκριμένους καθηγητές, και έβλεπα όλο το εντυπωσιακό σκηνικό της ιστορικής πανεπιστημιούπολης, με τους κήπους, τα κανάλια και τα επιβλητικά κτίρια, σκεφτόμουν ότι είμαι πολύ τυχερός που το ζω αυτό.
Πολλές φορές, βέβαια, ένιωσα ηλίθιος και άρχισα να φοβάμαι τα μαθηματικά, που τόσο αγαπούσα.
Ένιωσες ποτέ ότι ήσουν στα πρόθυρα να τα παρατήσεις;
Υπήρξαν κάποιες στιγμές, ναι. Για παράδειγμα, είχα απογοητευτεί πολύ σε μια εξέταση, όταν μια απάντηση 2 σελίδων αξιολογήθηκε με 0. Δεν τα παράτησα, όμως η ψυχολογική πίεση ήταν ο λόγος που δε συνέχισα για διδακτορικό. Αν είχα σπουδάσει σε άλλο Πανεπιστήμιο, πιθανόν να ακολουθούσα ακαδημαϊκή καριέρα.
Μερικές φορές σκέφτομαι ότι μπορεί και να μην είμαι τόσο έξυπνος, αλλά μάλλον πεισματάρης, και γι’ αυτό ό,τι βάλω στόχο το φτάνω μέχρι το τέλος.
Ως προέκταση του Cambridge, ήρθε μια καριέρα που έμοιαζε βγαλμένη από χολυγουντιανές παραγωγές με φόντο την Wall Street. Ο Νεόφυτος, από τον μικρόκοσμο της Λεμεσού βρέθηκε στην προνομιούχα κοινότητα του Cambridge, και από εκεί στον κόσμο των τραπεζικών επιχειρήσεων, με γραφεία σε γυάλινους ουρανοξύστες, ψυχρή λογική και εντατικούς ρυθμούς.
«Τελείωσα τις σπουδές μου όταν ξεκινούσε η οικονομική κρίση, με την κατάρρευση της τράπεζας Lehman Brothers. Ήταν σαν να έπαιρνα από την αρχή μηνύματα να εγκαταλείψω τον χώρο αυτό», λέει γελώντας ο Νεόφυτος.
«Εργάστηκα στην τράπεζα JP Morgan, την περίοδο των ιδιαίτερα σκληρών αξιολογήσεων για την ελληνική οικονομία, κάτι αρκετά οδυνηρό για εμένα. Στον όροφο που δούλευα, όταν ανακοινωνόταν μια νέα υποβάθμιση της Ελλάδας, έμοιαζε να γίνεται περίγελος ολόκληρη η χώρα. Είχα πάντα μια ιδιαίτερη αγάπη για την Ελλάδα και το βίωμα της κατάστασης αυτής ήταν πολύ αντιφατικό για εμένα».
Είχα υπομείνει τα ωράρια των 12+ ωρών που απαιτούσε συχνά αυτή η δουλειά, αλλά κάπου εκεί άρχισαν να κλονίζονται οι αντοχές μου, γιατί είχαν να κάνουν σε μεγάλο βαθμό με την προσωπική μου ηθική.
Οι εξωφρενικοί ρυθμοί δουλειάς, το τηλέφωνο που δε σταματούσε να χτυπά ποτέ, οι αγοραπωλησίες ομολόγων με φόντο την κατάρρευση μιας χώρας, τον οδήγησαν σε μια φάση αυτό-αμφισβήτησης. Οι αντιφάσεις λειτούργησαν για τον Νεόφυτο ως κουδουνίσματα αφύπνισης και άρχισε να σχεδιάζει τη «μεγάλη έξοδο» από τον γυάλινο ουρανοξύστη.
«Από μικρό με ακολουθούσε η λογική του 1 + 1 = 2. Μεγαλώνοντας, όμως, άρχισα να διαπιστώνω ότι στη ζωή υπάρχουν πολλές γκρίζες ζώνες, δεν εμπίπτουν όλα στην τετράγωνη λογική», παραδέχεται.
«Στην Κύπρο σχεδόν κανείς δεν καταλάβαινε για ποιο λόγο ήθελα να φύγω από την JP Morgan, γιατί είναι όντως μεγάλο το δέλεαρ, με πολύ υψηλές απολαβές, ανέσεις κλπ. Υπήρχε η φιλοσοφία work hard - play hard, δηλαδή όσο πιο σκληρά δούλευες, τόσο πιο πολλές απολαύσεις είχες. Από όσα μου πρόσφερε εκείνη η ζωή, όμως, το μόνο που μου λείπει είναι το επίπεδο των συζητήσεων που είχα με τους ανθρώπους του χώρου. Τα υπόλοιπα μου φαίνονται ξεπερασμένα».
Στην Αγγλία οι καλοί μου φίλοι έβλεπαν την αντίφαση. Ήξεραν ότι μια τέτοια δουλειά δεν ταίριαζε καθόλου στον χαρακτήρα μου.
«Αν και το πακέτο των απολαβών μου την ημέρα που έφυγα ήταν πάρα πολύ δελεαστικό, δεν άξιζε τόση πίεση, με ωράρια που μερικές φορές έφταναν τις 20 ώρες την ημέρα. Αν όλο αυτό ταίριαζε με τον χαρακτήρα κάποιου, μπορούσε κάλλιστα να γίνει εκατομμυριούχος πριν τα 30. Η κουλτούρα των Golden boys ήταν πραγματικότητα. Αυτοί οι άνθρωποι, όμως, είναι σκλάβοι των απαιτήσεων της θέσης τους, που σημαίνει ότι παρατούσαν τα πάντα για να μείνουν όλη τη νύχτα στο γραφείο και να παραδώσουν μια έκτακτη παρουσίαση».
«Οι γονείς μου με ρωτούσαν με αγωνία τι θα έκανα μετά την τράπεζα. Δεν πίστευαν ότι θα έπαιρνα την απόφαση να φύγω. Μέσα μου προετοιμαζόμουν για μήνες, με διάφορους τρόπους. Δεν είχα στο μυαλό μου κάτι συγκεκριμένο. Μία φίλη από το Πανεπιστήμιο με ενημέρωσε για εθελοντικές δράσεις κάποιων Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων στην Αφρική. Εκεί άρχισα να βρίσκω κάποιο ενδιαφέρον, γιατί ήθελα να κάνω κάτι χρήσιμο και ωφέλιμο και ο τομέας της οικονομίας ανάπτυξης (development economics) είχε τέτοιο περιεχόμενο», εξηγεί ο Νεόφυτος.
Η κρίση στην Ελλάδα με είχε επηρεάσει και είχα προσανατολιστεί στο πως θα μπορούσα να βοηθήσω σε τέτοιες περιπτώσεις.
«Η φίλη μου είχε δραστηριοποιηθεί σε κάποια προγράμματα στη Σιέρρα Λεόνε και εγώ είχα ήδη ένα ειδικό ενδιαφέρον για την Αφρική, γιατί είχα διαβάσει κάποια πράγματα σε σχέση με την ιστορία και την οικονομία της, από προσωπικό ενδιαφέρον. Το ταξίδι μου ξεκίνησε από τη Σιέρρα Λεόνε, συνεχίστηκε στη Λιβερία, την Ακτή Ελεφαντοστού και τη Μπουργκίνα Φάσσο, και κατέληξε στη Γκάνα».
Με τους γονείς μου ζήσαμε στιγμές δράματος, όταν ανακοίνωσα το ταξίδι. Το εισιτήριο που είχα κλείσει ήταν μονής διαδρομής, η επικοινωνία δύσκολη και η απόφασή μου τους φαινόταν μια μεγάλη τρέλα.
Δε θα πω ότι ήταν όλα απλά και εύκολα, όμως η εμπειρία αυτών των 5 μηνών ήταν πολύτιμη για εμένα. Βρέθηκα σε περιοχές που είχαν βγει από εμφύλιο και τα παιδιά είχαν μεγαλώσει με όπλα στα χέρια. Έμεινα σε καταυλισμούς με πολύ κακές συνθήκες υγιεινής, με ασθένειες που μπορεί να τους σκοτώσουν μέσα σε μια νύχτα.
«Ήθελα να κλαίω βλέποντας τη ζωή που περνούσαν οι άνθρωποι εκεί. Είχα προσβληθεί και εγώ από μαλάρια και ήταν από τις λίγες φορές που τρόμαξα σε όλο αυτό το διάστημα».
Δεν σκέφτηκες ποτέ να τα παρατήσεις;
Δεν τα παρατάω εύκολα. Ήξερα ότι το πρόγραμμα θα τελείωνε κάποια στιγμή και ήθελα στο διάστημα των 5 μηνών να δώσω όσο το δυνατόν περισσότερα. Δεν ένιωθα ότι είχα δικαίωμα να παραπονεθώ, βλέποντας κόσμο που ζούσε όλη του τη ζωή στις συνθήκες αυτές.
Προς το τέλος του ταξιδιού άρχισα να ψάχνω το επόμενο βήμα. Δίδασκα μαθηματικά, ενώ έψαχνα την επόμενη επαγγελματική μου ευκαιρία. Τότε έγινα αποδεκτός σε ένα πρόγραμμα που παρείχε συμβουλευτικές υπηρεσίες για την ανάπτυξη μικρών επιχειρήσεων με κοινωνικό αντίκτυπο.
«Κάπου εκεί ξεκίνησαν και οι πειραματισμοί με τους λουκουμάδες. Ήταν κάτι που αγαπούσα και δεν το έβρισκα πουθενά στο Λονδίνο, γι’ αυτό σκέφτηκα να τους φτιάχνω και να τους πουλάω. Σκέφτηκα ότι το φαγητό ήταν πάντα μια επιχείρηση που είχε απήχηση στην αγορά, πόσο μάλλον όταν αφορά κάτι που δεν το βρίσκει εύκολα κανείς», εξηγεί ο Νεόφυτος.
«Προς το τέλος του προγράμματος συμβουλευτικών υπηρεσιών σε επιχειρήσεις, γεννήθηκε η επιθυμία να κάνω κάτι δικό μου. Στο Λονδίνο ξεκινούσε μια επανάσταση στο φαγητό, με gourmet burgers και πίτσες, με κουζίνες από όλο τον κόσμο και έμφαση στις πρώτες ύλες και την αυθεντικότητα, αλλά το ελληνικό γρήγορο φαγητό στο κεντρικό Λονδίνο ήταν δυσεύρετο».
Θα ξεκινούσαμε με μια φίλη αρχικά ένα project για ελληνική κουζίνα και είχα ετοιμάσει και επιχειρηματικό πλάνο 11 σελίδων, μάλιστα. Τελικά, αποφάσισε να παντρευτεί ξαφνικά, και το πλάνο έμεινε μετέωρο.
«Το είχα βάλει σκοπό, όμως. Ξεκίνησα ετοιμάζοντας δεκάδες λίτρα ζύμη λουκουμάδων από το βράδυ, φορτώνοντας όλο τον εξοπλισμό σε ένα Uber και πηγαίνοντας σε υπαίθριες αγορές, που πάντα έχουν πολλή κίνηση στο Λονδίνο. Ο οδηγός του Uber με κοιτούσε περίεργα, που κουβαλούσα κατσαρόλες, γκαζιέρες και όλα τα σχετικά, αλλά τελικά δεν είπε τίποτα. Έτσι έστησα την πρώτη τέντα, φτιάχνοντας λουκουμάδες», λέει.
Την ίδια περίοδο είχα δει κάπου την ταμπέλα του 'The Athenian' και είχα σκεφτεί ‘να πάρει, πρόλαβε άλλος το project που σχεδίασα’. Δεν ήξερα τότε, ότι θα κατέληγα να γίνω κι εγώ… Athenian.
Από την εφηβεία του ακόμα, όταν η αδερφή του είχε ήδη φύγει για σπουδές στην Αθήνα, ο Νεόφυτος είχε την ευκαιρία να την επισκεφθεί κάποιες φορές. Το όνειρο της ελληνικής μεγαλούπολης, δεν εκπληρώθηκε ποτέ. Η ζωή, όμως, τα έφερε έτσι ώστε το τέλος της καριέρας του στον τραπεζικό τομέα, να του ανοίξει μια νέα πόρτα προς την αθηναϊκή κουλτούρα.
Από τους πάγκους με λουκουμάδες, στους πάγκους του 'The Athenian'.
Τον πάγκο με ελληνικά σουβλάκια με την επωνυμία ‘The Athenian’, τον είχε στήσει ο Ευθύμης, ο οποίος είχε σπουδές στην τεχνολογία ήχου, όμως πειραματιζόταν με το ελληνικό street food. «Δεν ήταν διαδεδομένο αυτό το είδος μέχρι τότε, αν και στο Λονδίνο το γρήγορο φαγητό είναι πολύ δημοφιλές», λέει ο Νεόφυτος. Ο Ευθύμης είχε διαπιστώσει πόσο μεγάλη απήχηση είχε το ελληνικό street food. Είχε δουλέψει σε κάποια φεστιβάλ και pop-up καντίνες, όπου έρχονταν κατά εκατοντάδες ο κόσμος.
«Κατάλαβε ότι για να μπορέσει να κάνει τη δουλειά αυτή, χρειαζόταν συνέταιρο. Έτυχε να δει κάποια post στο Twitter από τα περίπτερα με λουκουμάδες και έτσι ήρθαμε σε επαφή», συμπληρώνει ο Νεόφυτος.
Ήταν εύκολο να στηθεί μια τέτοια επιχείρηση;
Θα νόμιζε κανείς ότι επειδή δεν ήταν σταθερό το κατάστημα στην αρχή, αλλά απλώς μια καντίνα, τα πράγματα ήταν απλά. Στην πραγματικότητα, όμως, ήταν μια πολύ πιεσμένη περίοδος, γεμάτη άγχος, με τον χρόνο να μη μας φτάνει ποτέ. Ξεκινούσαμε από τις 7 π.μ. για να στηθεί το μαγαζί στην αγορά, το απόγευμα έπρεπε να το μαζέψουμε και να πλύνουμε σκεύη και συνεχίζαμε από τις 7 μ.μ. και μετά με δουλειές που είχαν να κάνουν με τα οικονομικά, το προσωπικό, το marketing κλπ.
Θα έλεγα ότι ήταν πιο δύσκολη κι από τη δουλειά στην τράπεζα. Όταν ξεκίνησε το 'The Athenian' υπήρχαν ακόμα 1 – 2 καντίνες, αλλά δεν αναπτύχθηκαν περισσότερο και μάλλον δεν ήταν τυχαίο.
Παρά τις δυσκολίες και τις πολλές ώρες στη δουλειά, δε σκέφτηκα ποτέ να τα παρατήσω. Είναι πολύ δημιουργική δουλειά και χρειάζεται συνεχώς να σκέφτεσαι και να παρουσιάζεις κάτι καινούριο και αυτό με ανατροφοδοτεί πάντα.
Οι ουρές μπροστά από τα μαγαζιά.
Δεν είχε μιμητές η προσπάθειά σας;
Όταν άρχισε να γίνεται γνωστό το μαγαζί, πολλοί προσπάθησαν να κλέψουν και το όνομα και το λογότυπο, γι’ αυτό τελικά κατοχυρώσαμε το brand στην Αγγλία. Στις ΗΠΑ ήδη υπάρχει ένα μαγαζί που χρησιμοποιεί το ίδιο όνομα, όμως οι νομικές διαδικασίες για κατοχύρωση είναι πιο περίπλοκες εκεί και δεν το προχωρήσαμε ακόμα. Τώρα, με τα νέα δεδομένα που δημιουργεί το Brexit, διερευνούμε το ενδεχόμενο να κάνουμε την επόμενη κίνηση εκτός Αγγλίας και ίσως χρειαστεί να κατοχυρωθεί και ευρωπαϊκά το όνομα.
Το μενού στηρίζεται στο δίπτυχο σουβλάκι - λουκουμάδες, όμως εξελίσσεται και ανανεώνεται συνεχώς.
Νιώθεις περήφανος γι’ αυτό που έχετε καταφέρει;
Τα πρώτα χρόνια δεν το είχα αναφέρει καν σε δικούς μου ανθρώπους. Με κατέβαλλε ο φόβος της αποτυχίας και δεν το παρουσίασα ούτε στα social media. Όταν άρχισαν να το μαθαίνουν οι φίλοι, ενθουσιάζονταν αμέσως.
Σιγά – σιγά άρχισα να νιώθω μεγάλη περηφάνεια για κάθε είδος που σερβίραμε στον κόσμο.
Κάθε φορά που πρόσφερα στον κόσμο αυθεντικό σουβλάκι με χειροποίητες σάλτσες, κάθε φορά που ετοίμαζα μια μερίδα παραδοσιακούς λουκουμάδες, ένιωθα μεγάλη ικανοποίηση. Στην τράπεζα, όσο βαρυσήμαντη δουλειά κι αν έκανα, δεν ένιωθα ποτέ έτσι. Τίποτα δεν μπορεί να συγκριθεί με τις ουρές του κόσμου που βλέπεις να περιμένουν υπομονετικά για να πάρουν σουβλάκι. Τίποτα δε μπορεί να συγκριθεί με τα ενθουσιώδη λόγια τους ή με το γεγονός ότι ταξιδεύουν από μακριά για να έρθουν να φάνε από το 'The Athenian'.
Τα καταστήματα της αλυσίδας βρίσκονται διάσπαρτα σε όλο το Λονδίνο.
Τι έπαιξε ρόλο στην επιτυχία;
Το γεγονός ότι ούτε εγώ, ούτε ο Ευθύμης ξεκινήσαμε όλο αυτό εγχείρημα για να βγάλουμε λεφτά. Είναι κάτι που πραγματικά αγαπούμε και βάζουμε σώμα και ψυχή στη δουλειά. Η τριβή με όλα τα στάδια της δουλειάς, μας επέτρεψε να έχουμε άμεση εικόνα για την υποδοχή των προϊόντων και να προχωράμε ανάλογα με την ανταπόκριση. Δεν είμαστε πρωτίστως επιχειρηματίες, αλλά δημιουργοί. Την πορεία από την αρχή μέχρι σήμερα, τον αγώνα και την προσπάθεια, τα παρακολουθούσε ο κόσμος όλα αυτά τα χρόνια και νομίζω ότι, σε συνδυασμό με τη γεύση, αυτό κέρδισε πολλούς.
Επίσης, ο κόσμος εκτίμησε το γεγονός ότι υπάρχει ξεκάθαρη ταυτότητα στο 'The Athenian'. Πέρα από το όνομα, φροντίσαμε όλες οι γεύσεις να είναι 100% ελληνικές, με πολλά προϊόντα να έρχονται από την ελληνική αγορά.
Ακόμα και η ελληνική φιλοξενία εκπροσωπείται ατόφια στο μαγαζί. Από τα πρώτα Χριστούγεννα είχαμε συστήσει το κέρασμα, προσφέροντας δωρεάν κουραμπιέδες στους πελάτες. Πριν πάρουν μας ρωτούσαν πόσο κοστίζουν, γιατί στο Λονδίνο ποτέ τίποτα δεν προσφέρεται δωρεάν, και έμεναν έκπληκτοι όταν καταλάβαιναν ότι είναι παραδοσιακό κέρασμα. Με το κέρασμα εμείς εκφράζαμε τη χαρά μας, που ανοίξαμε ένα δικό μας «σπίτι» και υποδεχόμασταν τον κόσμο. Η χαρά αυτή πέρασε και σε όσους μας επισκέπτονταν.
Μόλις 5 χρόνια μετά το ξεκίνημα, το 'The Athenian' αποτελεί ένα κορυφαίο brand, με 6 καταστήματα στο Λονδίνο, 1 στο Μπρίστολ, 100+ άτομα προσωπικό και ένα μενού που συνεχώς εξελίσσεται και εκπλήσσει.
Μόνο χαρές έχει αυτή η δουλειά;
Όχι, βέβαια. Από τη μία σε χαροποιεί η επαφή με τον κόσμο, όταν προσφέρεις κάτι που αγαπάς, από την άλλη όμως το πόστο της εξυπηρέτησης δεν είναι απλή υπόθεση. Δεν μπορούν όλοι να δουν τις δυσκολίες, την ορθοστασία, την πίεση, τη ζέστη πάνω από τη φωτιά, με αποτέλεσμα να είναι υπερβολικές κάποιες αντιδράσεις.
Το δημιουργικό πνεύμα και η αγάπη για τις ελληνικές γεύσεις ήταν η βάση της συνεργασίας του Νεόφυτου και του Ευθύμη.
Ο χώρος της εστίασης είναι δύσκολος. Δυστυχώς δεν θεωρείται επάγγελμα καριέρας και όσο μεγαλώνουμε σκεφτόμαστε με τον Ευθύμη ότι θέλουμε μια εταιρεία στην οποία να είναι περήφανος όποιος δουλεύει, και να έχει ευκαιρίες ανέλιξης.
Θα μπορούσε το μοντέλο αυτό, των αγορών με street food, να λειτουργήσει στη Λεμεσό;
Ναι, νομίζω ότι είναι μια τάση που μπορεί εύκολα να αγκαλιαστεί από όλο τον κόσμο. Τέτοιες κινήσεις μπορούν να έχουν και μεγάλο όφελος γενικά για μια περιοχή και την τοπική κοινωνία. Κι εμείς, που έχουμε εγκατασταθεί σε μια περιοχή που δεν έχει την οικονομική επιφάνεια του κεντρικού Λονδίνου, την επιλέξαμε γιατί θεωρούμε πολύ ενδιαφέρουσα την πολυπολιτισμικότητά της. Δε θέλαμε να φτιάξουμε απλώς ένα σουβλατζίδικο, αλλά ένα brand με συνεισφορά στην τοπική κοινωνία.
Μια αγορά σαν αυτές στις οποίες λειτουργεί το 'The Athenian' στο Λονδίνο, διαμορφώνεται στο παλιό Παντοπωλείο της Λεμεσού.
Από τη Λεμεσό τι σου λείπει;
Μου λείπουν οι χαλαροί ρυθμοί, το πιο απλό και το πιο αυθόρμητο στις καθημερινές δραστηριότητες. Οι μεγάλες αποστάσεις στο Λονδίνο μας εξαναγκάζουν καθημερινά σε μία κούρσα για να προλάβουμε τις υποχρεώσεις. Αναγκαστικά, όλα είναι πολύ αυστηρά μετρημένα και υπολογισμένα.
Λείπει η απλότητα και η οικειότητα που έχουμε στην καθημερινή επικοινωνία στη Λεμεσό, ή η προθυμία του διπλανού να βοηθήσει χωρίς να περιμένει αντάλλαγμα.
Υπάρχουν στη Λεμεσό πράγματα που δε σου λείπουν καθόλου;
Ναι, υπάρχει μια τάση για σπατάλη, για υπερβολή στην κατανάλωση. Βλέπω για παράδειγμά ότι, όπου υπάρχει μπουφέ, ο κόσμος γεμίζει τόσο πολύ το πιάτο του, ώστε να μην τρώει τα μισά περίπου. Αυτό θεωρείται μεγάλη αγένεια στην Αγγλία.
Η υπερβολή αυτή συχνά συνδέεται με μια τάση επίδειξης, μέσα από το πόσα μπορεί να έχει κανείς. Δε σκεφτόμαστε τις επιπτώσεις που μπορεί να έχουν οι πράξεις μας, επιδιώκουμε μόνο αυτό που μας βολεύει τη δεδομένη στιγμή.
Μπορεί να έχω γίνει και λίγο πιο ευαίσθητος σε τέτοια θέματα, γιατί δεν τα ζω στο Λονδίνο. Νομίζω, όμως, ότι λανθασμένα υπάρχει τόσο μεγάλο περιθώριο ανοχής σε κάποια φαινόμενα.
Συνέπεια της ανοχής είναι και η χαλαρότητα στην τήρηση των κανονισμών, που χαλάει πολλά πράγματα στην καθημερινότητά μας, από το παράνομο parking πάνω σε πεζοδρόμια ή στη μέση του δρόμου, μέχρι τους βανδαλισμούς σε δημόσιους χώρους.
Τι θα ήθελες να αλλάξει στη Λεμεσό;
Στο μέλλον θα ήθελα να δω περισσότερο πράσινο στη Λεμεσό. Πράσινο έχουν όλες οι μεγαλουπόλεις του κόσμου κι ενώ η Λεμεσός μεγαλώνει, δεν έχει εκείνες τις υποδομές που θα αναβαθμίσουν την ποιότητα ζωής. Όταν μια πόλη εξελίσσεται, οφείλει να προσφέρει δωρεάν χώρους δημόσιας χρήσης, πλατείες, πάρκα, πεζοδρόμους κ.λ.π. Δεν είναι τυχαίο ότι το παραλιακό μέτωπο είναι πια από τα μεγαλύτερα πλεονεκτήματα της πόλης.
Τι συμβουλή θα έδινες σε ένα νέο άνθρωπο που μεγαλώνει εδώ;
Στον τόπο μας η οικογένεια στηρίζει τα παιδιά έως και σε μεγάλη ηλικία. Όμως η στήριξη συνεπάγεται ένα συναίσθημα ενοχής, όταν δεν ανταποκρίνεσαι στις προσδοκίες των γονιών. Στην Αγγλία είχα συμφοιτητές που είχαν φύγει από το σπίτι τους από την εφηβεία. Ίσως χρειάζεται κάποια στιγμή να αποστασιοποιείται ένας νέος από την ασφάλεια και την ενοχή αυτού του περιβάλλοντος, και να βρίσκει τον εαυτό του και τον δικό του δρόμο.
Το προνομιούχο μέλλον για το οποίο είχε προετοιμαστεί ο Νεόφυτος, κατέληξε κάποια στιγμή να μοιάζει με χρυσό κλουβί. Δεν ήταν πλουσιόπαιδο, αλλά μεγάλωσε στη Λεμεσό σε μια εποχή ευμάρειας και είχε την επιλογή να συνεχίσει να δουλεύει σε ένα χώρο με πολύ υψηλές αμοιβές. Όταν συνειδητοποίησε ότι τα προνόμια αυτά, συνεπάγονταν περιορισμούς που δεν του ταίριαζαν, είχε το θάρρος να κάνει στροφή 180 μοιρών.
Κάποιοι θα θεωρούσαν υποτιμητικό για έναν απόφοιτο του Cambridge να βρεθεί σε ένα πάγκο τηγανίζοντας λουκουμάδες, όμως για τον Νεόφυτο αυτό ήταν το βήμα προς κάτι πραγματικά δικό του. Αυτό το βήμα του επέτρεψε να γίνει ένας πετυχημένος επιχειρηματίας, που προσφέρει κάτι ξεχωριστό στον κόσμο και μπορεί να κοιμάται με τη συνείδησή του καθαρή. Απέδειξε έτσι ότι την ευτυχία και την επιτυχία τις δημιουργείς στην πορεία, με τη μορφή και το περιεχόμενο που θέλεις. Γιατί η ατομική εξέλιξη δε χωρά σε τυποποιημένα καλούπια, αλλά ούτε και η πρόοδος μιας ολόκληρης πόλης, όπως η Λεμεσός. Με τέτοια αφιερώματα, άλλωστε, το All About Limassol (Official) φροντίζει να αναδείξει ότι η δημιουργία, το θάρρος και η αποφασιστικότητα είναι η κινητήρια δύναμη για κάθε σπουδαίο βήμα.