Μια μικρογραφία μεγαλούπολης, με ακτογραμμή πέραν των 10 χιλιομέτρων, που δε σταματά να κινείται, να εξελίσσεται και να απλώνεται, εδώ και δεκαετίες. Αυτή είναι η Λεμεσός, ένα μικρό διαμαντάκι στη Μεσόγειο, που έχει καταφέρει σήμερα να αποτελεί προορισμό και για επιχειρηματίες, και για τουρίστες, αλλά και για όσους αναζητούν επιλογές μόνιμης διαμονής στην περιοχή. Από το 1974 και μετά, όταν έγινε πια το κύριο λιμάνι της Κύπρου, για να εξελιχθεί τελικά σε ένα από τα μεγαλύτερα της Ανατολικής Μεσογείου, η Λεμεσός δεν έχει σταματήσει να εκπλήσσει ευχάριστα, ακόμα κι αν συνεχίζουν να υπάρχουν στοιχεία που προκαλούν δυσαρέσκεια.
Τα τελευταία χρόνια, η συζήτηση που αφορά στην ταυτότητα της Λεμεσού, στην ιστορία της, στις προοπτικές που ανοίγονται και στις ανάγκες που θα πρέπει να καλύπτει η μελλοντική μορφή μιας πόλης με ταχείς ρυθμούς ανάπτυξης, έχει πάρει αρκετά μεγάλες διαστάσεις. Ειδικοί και εμπειρογνώμονες, ακαδημαϊκοί, αξιωματούχοι, αλλά και απλός κόσμος, έχουν τοποθετηθεί επίσημα και ανεπίσημα πολλές φορές στα ζητήματα αυτά (άλλωστε τα social media έχουν δημιουργήσει ουκ ολίγες ευκαιρίες και αφορμές για τέτοιες τοποθετήσεις).
Μέσα από συνοπτικές παρεμβάσεις, 5 γνωστοί αρχιτέκτονες της Λεμεσού τοποθετούνται πάνω στα ζητήματα αυτά, σκιαγραφόντας με αδρές γραμμές και ξεκάθαρες κουβέντες, σε τι φάση βρίσκεται σήμερα η πόλη, που βαδίζει και με ποιον τρόπο θα πρέπει να σχεδιάσει το μέλλον που ανοίγεται μπροστά της.
Από τους νεότερους αρχιτέκτονες της πόλης, πνεύμα ανήσυχο και δημιουργικό, ο Αλέξανδρος Χριστοφίνης εκπόνησε με τη συνεργάτιδά του Μαρία Λιανού μια μελέτη με τίτλο «Λεμεσός: Μετά την ανάπτυξη τι;», που αποτέλεσε έναν από τους σημαντικότερους σταθμούς στη σύγχρονη συζήτηση γύρω από το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον της πόλης.
Mερικά από τα έργα της περιόδου αυτής, εύλογα κλέβουν τα φώτα της δημοσιότητας, προωθώντας την ιδέα ότι αυτή είναι η ταυτότητά της Λεμεσού. Με αυτό διαφωνώ! Η ταυτότητα μιας πόλης δεν είναι μόνο μια έντεχνη εικόνα σε ένα τουριστικό οδηγό ή σε ένα prospectus πωλήσεων ακινήτων, αλλά όλες οι εικόνες που μπορεί κανείς να αντικρίσει σε οποιαδήποτε γωνιά της. Η ταυτότητα μιας πόλης είναι οι συνήθειες και η καθημερινότητά των πολιτών της και πηγάζει από το κοινωνικo-οικονομικό και πολιτισμικό τους επίπεδο. Με στόχο να αντιληφθούμε την ταυτότητα της Λεμεσού, μαζί με τη συνεργάτιδα μου Μαρία Λιανού (εικαστικό), εκτελέσαμε το project «Λεμεσός μετά την ανάπτυξη τι;», το οποίο έχει εκδοθεί και σε βιβλίο. Το project αυτό επιχείρησε να καταγράψει το σύγχρονο παλμό της πόλης, από τη ματιά, τόσο των εμπειρογνωμόνων, όσο και του χρήστη της, με υλικό για τα διάφορα αρχιτεκτονικά στυλ που μπορεί να συναντήσει κανείς στη Λεμεσό. Το project προτείνει μια αρχιτεκτονική ξενάγηση στον άξονα της οδού Ναυαρίνου, ούτως ώστε βιωματικά κανείς να αντιληφθεί την εξέλιξη και την ταυτότητα της πόλης.
Η μορφή μιας πόλης ως προς τον σχεδιασμό έχει 3 επίπεδα: τη χωροταξία (δηλαδή που τοποθετείται μια κατασκευή, ώστε να υπάρχει αρμονία), την πολεοδομία (στο σχεδιασμό περιοχών) και τις διάφορες κλίμακες της αρχιτεκτονικής (ένα μεμονωμένο κτίριο ή ένα σύμπλεγμα). Πιο απλά η αρχιτεκτονική στη Λεμεσό μπορεί να εξασφαλίσει ποιότητα ζωής, εάν υπάρχει ένα όραμα για το μέλλον, που να περιλαμβάνει όσο το δυνατόν περισσότερους χρήστες της πόλης αυτής.
Με ανησυχεί η έλλειψη μίας διεξοδικά λυμένης Πολεοδομικής Μελέτης και με θλίβει η επανάληψη της ίδιας λογικής που οικοδόμησε την πόλη μας μετά τα τραγικά συμβάντα του 1974. Ποιο είναι ακριβώς το όριο σε αριθμό ανέγερσης ψηλών κτηρίων στη Λεμεσό; Το άπειρο; Το '74 είχαμε άλλοθι, σήμερα; Γιατί δεν έχει γίνει ακόμη μια μελέτη, που να περιλαμβάνει τους ουρανοξύστες σε ένα ολιστικό master plan;
Σχεδιάζοντας τους δημόσιους χώρους, η Λεμεσός πέτυχε να αναβαθμίσει την ποιότητα ζωής στα σημεία αυτά και στόχος σήμερα να καταφέρουμε να σχεδιάσουμε τους δρόμους στις γειτονιές, με ανάλογη ποιότητα. Δόκιμο θα ήταν επίσης να δοθεί έμφαση στα κτίρια του κυπριακού μοντερνισμού (1950 - 1970), καθώς αποτελούν το παραμελημένο μας ιστορικό αρχιτεκτονικό κληροδότημα.
...τις ευτελείς κατασκευές και τις προχειρότητες, την αλόγιστη χρήση τσιμέντου και την παράλληλη υποβάθμιση του φυσικού περιβάλλοντος.
Οι πόλεις που προκαλούν την κοινωνικοποίηση και την συνεύρεση, με βάση τις σύγχρονες στατιστικές, αποτελούν τις πλέον αγαπητές πόλεις του σύγχρονου κόσμου. Στη λογική αυτή, πόλεις όπως η Βαρκελώνη με τα “Superilles” (διευρυμένα οικοδομικά τετράγωνα) σταδιακά κλέβουν χώρο από το αυτοκίνητο για χάρη του πεζού, του συνοικιακού πάρκου και της συνευρέσεις στο δρόμο. Επίσης, μοιάζει δεδομένο ότι σε λίγα χρόνια (ίσως 10), όλες οι πόλεις του κόσμου θα βιώνουν έντονα τις επιπτώσεις της αυτονόμησης του αυτοκινήτου από τον οδηγό του. Οραματίζομαι, λοιπόν, μία πρωτοπόρα Λεμεσό, με εμπεριστατωμένες πολεοδομικές και κυκλοφοριακές μελέτες, οι οποία θα δράσει στις ευκαιρίες που ανοίγονται χάριν της τεχνολογίας, με άρτια σχεδιασμένους δομημένους χώρους και συγκοινωνίες, οι οποίες θα προάγουν την εργατικότητα αυτού του τόπου, την αμεσότητα και το υψηλό επίπεδο ζωής».
Αρχιτέκτονας με βαθιά αγάπη για τη Λεμεσό, συγγραφέας του βιβλίου — ορόσημο «Λεμεσός: Αναδρομή μνήμης», που ξεναγεί τον αναγνώστη στην ιστορία της πόλης, μέσα από αρχιτεκτονικά ντοκουμέντα, ο Τάσος Ανδρέου είναι από τους ανθρώπους που μπορούν να δώσουν ιστορικό βάθος και προοπτική στη συζήτηση περί αρχιτεκτονικής.
...τα οποία σε ικανοποιητικό βαθμό συνεχίζουν να κοσμούν το ιστορικό κέντρο της πόλης. Η ανάπτυξη, που επέφερε η ασφάλεια των πρώτων δεκαετιών της Αγγλοκρατίας, απελευθέρωσε δημιουργικές δυνάμεις που αναζητούσαν, μέσω της ανοικοδόμησης των κτιρίων αυτών, να προβάλουν τον πλούτο που είχε αρχίσει να συσσωρεύεται.
Η αρχιτεκτονική, εξάλλου, ήταν και είναι ο καθρέφτης κάθε κοινωνίας.
...όπως η ανέγερσή τους σε καθορισμένες περιοχές, η πυρασφάλεια, η κατάλληλη συντήρηση και η μορφολογία τους.
Όλα αυτά είναι έργα πρωτοπόρων αρχιτεκτόνων, που άφησαν τη σφραγίδα τους στον πολεοδομικό ιστό της Λεμεσού. Δυστυχώς αυτά τα σημαντικά αρχιτεκτονικά τεκμήρια δεν έχουν διασωθεί και βρίσκονται στο έλεος του κάθε εμπόρου «αναπτύξεως» γης.
Ταυτόχρονα, πρέπει οι σύγχρονες επεμβάσεις να σέβονται την ιστορία τους. Προσωπικά, με ενοχλεί η ανέγερση πολυώροφων κτιρίων στο ιστορικό κέντρο της πόλης, τα οποία με αυθάδη όγκο τους διαταράσσουν την ανθρώπινη κλίμακα, που χαρακτηρίζει την περιοχή.
...και να έχουν προτεραιότητα την ευημερία της και όχι τα αδηφάγα συμφέροντα των επιχειρηματιών «ανάπτυξης» γης, που καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό τους κανόνες της πολεοδομικής ανάπτυξης. Αυτά όμως, εξαρτώνται στο μέγιστο βαθμό από την κοινωνία που θα διαδεχθεί τη σημερινή, με τις αντιφάσεις και την έντονη ανάγκη επιδεικτικής αυτό-επιβεβαίωσής της».
Επικεφαλής του αρχιτεκτονικού γραφείου Μ. Π. Παπαδόπουλος και Συνεργάτες, πρώην μέλος του Δημοτικού Συμβουλίου Λεμεσού και φανατικός Λεμεσιανός, ο Μίλτος Παπαδόπουλος είναι από τα πιο δραστήρια μέλη της τοπικής κοινωνίας, αποτελώντας οργανικό κομμάτι της πόλης και αναπόφευκτα και της συζήτησης που αφορά στο μέλλον της και στην ποιότητα ζωής σε αυτή.
Παραδοσιακά κτίρια έχουν κατεδαφιστεί στο παραλιακό μέτωπο, αλλά έχουμε ακόμα την πολιτιστική μας κληρονομιά στην αρχιτεκτονική. Αρκετά κτίρια έχουν ανακηρυχθεί διατηρητέα και επομένως δεν μπορεί να τα κατεδαφίσει κανένας. Βέβαια, πολλοί από τους ιδιοκτήτες δεν έχουν τη δυνατότητα να τα συντηρήσουν και γι’ αυτό καταρρέουν, δυστυχώς. Βέβαια, τα πολυώροφα κτίρια, όπως κάποια που άκουσα ότι θα δημιουργηθούν στην περιοχή της Αγίου Ανδρέου, αλλοιώνουν την εικόνα αυτή.
Ο αρχιτέκτονας θα ορίσει την ποιότητα ζωής σε ένα χώρο γενικά και κατ’ επέκταση σε μία πόλη. Σημαντικό είναι να σέβεσαι αυτόν που ζει μέσα στην πόλη, να του εξασφαλίζεις πρόσβαση σε αέρα, ήλιο, αλλά και μια αισθητική που δεν προκαλεί. Φυσικά και μπορούν να γίνουν μοντέρνα κτίρια στη Λεμεσό, αλλά όχι στο παραδοσιακό της κέντρο.
Το χειρότερο είναι η έλλειψη αναλογιών σε μια περιοχή, όταν δίπλα σε ένα διώροφο κτίριο, εμφανίζεται ένα άλλο 30 ορόφων. Τα ψηλά κτίρια θα έπρεπε να ανεγείρονται σε μια συγκεκριμένη περιοχή όλα μαζί, όπως έγινε, για παράδειγμα στο Μανχάταν, και να μην είναι σκόρπια σε όλη την πόλη. Η περιοχή μεταξύ Παλιού και Νέου Λιμανιού θα μπορούσε να φιλοξενήσει τέτοια κτίρια και τέτοιας μορφής ανάπτυξη. Βέβαια, πρόλαβαν πολλά να σκορπίσουν μέσα στην πόλη και μάλιστα στο παραλιακό μέτωπο, δημιουργώντας και ένα τείχος τελικά. Αυτό είναι θέμα των μελετών που γίνονται στη Λευκωσία στις αρμόδιες υπηρεσίες και στο υπουργείο.
...για να διατηρηθεί η παραδοσιακή ταυτότητα της πόλης. Πρέπει να υπάρχει σεβασμός και για το παραδοσιακό περιβάλλον της πόλης, αλλά και για τους πολίτες της.
Το ΓΣΟ, στο πιο κεντρικό σημείο της πόλης, πάνω στον παραλιακό, είναι πολύ προβληματικό ως προς τη χρήση και λειτουργία του, όσες φορές κι αν δοκίμασε ο Δήμος Λεμεσού να το αξιοποιήσει. Όσο για το Παλιό Λιμάνι, θεωρώ ότι το κτίριο που κατασκευάστηκε στην είσοδό του δεν είναι λειτουργικό και κόβει τη ροή του αέρα, ενώ θα έπρεπε να υπάρχει εκεί μια ανοιχτή πλατεία.
Επειδή πρώτα είμαι Λεμεσιανός και μετά αρχιτέκτονας, θα ήθελα να δω την πόλη να αξιοποιεί κάποια παραδοσιακά κτίριά της, όπως το Παντοπωλείο, στην αρχική τους χρήση. Με διάφορες δικαιολογίες για έλλειψη χώρου στάθμευσης κλπ., δεν έχει προχωρήσει η αξιοποίηση του κτιρίου αυτού, αλλά όταν υπάρχει θέληση μπορούν να βρεθούν και λύσεις. Για κάθε ανάπτυξη που θα γίνει στην πόλη, όμως, πρέπει να υπάρχει και η κατάλληλη υποδομή. Για παράδειγμα, πολλά από τα λάθη στη Λεμεσό έγιναν γιατί οι αναπτύξεις προχώρησαν, χωρίς να έχει προηγηθεί κυκλοφοριακή μελέτη».
Ο Στέλιος Λακκοτρύπης είναι μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Κίνησης Αρχιτεκτόνων Λεμεσού και έχει ασχοληθεί και ατομικά, αλλά και στο πλαίσιο των συλλογικών οργάνων της Κίνησης με τη μελέτη της εικόνας της Λεμεσού και την πορεία που ακολουθεί η ανάπτυξη της πόλης.
...και να αναζητεί μάταια μια νέα επίπλαστη «λαμπερή» ταυτότητα που δεν της αρμόζει. Και αν οι στρεβλώσεις μετά το 1974 ήταν απόρροια της μεγάλης καταστροφής του πολέμου, η μετάλλαξη που επιχειρείται σήμερα με τα λεγόμενα ’’μεγάλα έργα’’ δεν έχει κανένα κοινωνικό και ιστορικό υπόβαθρο, και επιχειρείται στο κενό.
Απαραίτητη προϋπόθεση να δοθούν αυξημένες αρμοδιότητες στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, η οποία με τη σειρά της να αξιοποιήσει το εξαιρετικό ανθρώπινο δυναμικό που διαθέτει και να κινητοποιήσει το σύνολο της κοινωνίας. Η αρχιτεκτονική πρέπει να ξαναβρεί τον κοινωνικό της και δημόσιο ρόλο, να δοθεί προτεραιότητα στις υποβαθμισμένες περιοχές, να ενισχυθούν και αποκεντρωθούν οι πολιτιστικές υποδομές, καθώς και οι δημόσιοι χώροι κοινωνικής συνάθροισης. Να ενισχυθούν επίσης τα προγράμματα κοινωνικής στέγασης.
Η διαφαινόμενη, όμως, τάση της τυχαίας γραμμικής χωροθέτησης των ψηλών κτηρίων κατά μήκος της ακτογραμμής, χωρίς προσπάθεια ένταξης στον υπάρχοντα αστικό ιστό και χωρίς την ευρεία κοινωνική αποδοχή, θα οδηγήσει νομοτελειακά σε απρόβλεπτες περιβαλλοντικές και κοινωνικές συνέπειες. Ιδιαίτερα αν επιτραπούν ψηλές αναπτύξεις στο παράλιο μέτωπο του παλιού μόλου, το ιστορικό κέντρο θα υποβαθμιστεί οριστικά.
Να αναδείξει με καλύτερο τρόπο τα μνημεία της (Καστρο, Αγια Νάπα κλπ) και την πλούσια κληρονομιά της. Να ενισχύσει με ευφάνταστες και τολμηρές λύσεις τη φυσική επαφή με την ακτή, η οποία αποτελεί το μεγάλο φυσικό της πλεονέκτημα, αλλά και να αναδείξει τις εξαιρετικές γειτονιές του ευρύτερου αστικού κέντρου, με τα μοναδικά δείγματα αστικής κατοικίας υψηλής ποιότητας και αισθητικής, ιδιαίτερα αυτές της εποχής του μοντερνισμού.
...και στη φυσική πεζή και ποδηλατική κίνηση. Να αφήσει την υπερβολή που οδηγεί σε αταίριαστες και αυτάρεσκες αναπτύξεις, να ξαναβρεί τη χαμένη της μνήμη και να ξαναγίνει η καλαίσθητη, φιλική και φιλόξενη πόλη που ξέραμε. Ενοχλεί αφάνταστα η απουσία πράσινου δικτύου, ικανών ποδηλατοδρόμων, πεζόδρομων και δημόσιων χώρων. Προβληματίζει η ασύνδετη και ετεροβαρής ανάπτυξη, με περιοχές υποβαθμισμένες και ανένταχτες στον υπόλοιπο ιστό. Πρεέπει να ελευθερώσουμε επιτέλους από τις περιφράξεις τα μνημεία, τα πάρκα και τα δημόσια κτίρια και να απαλλάξουμε το ιστορικό κέντρο από τις κακόγουστες πασσαλοστοιχίες, που σκοτώνουν την ελεύθερη φυσική κίνηση.
Μια πόλη με μουσεία και χώρους τέχνης σε σύγχρονα κτίρια — ορόσημα, που θα εντάξουν τον πολιτισμό στην καθημερινότητα του πολίτη. Απελευθερωμένη από την κυκλοφοριακή ασφυξία, με ευέλικτα και φιλικά μέσα μαζικής συγκοινωνίας και αναπτυγμένο δίκτυο πεζόδρομων και ποδηλατοδρόμων. Μια πόλη που θα αναπτύσσεται ισόρροπα, τόσο στο κέντρο, όσο και στην περιφέρεια. Γενικά, θα ήθελα μια πόλη ήρεμη και φιλική, αλλά γεμάτη ζωντάνια και δημιουργικότητα, με πολίτες ελεύθερους και καλλιεργημένους, που θα την αναπτύσσουν με μέτρο και σωστό σχεδιασμό, σεβασμό στην ιστορία και στο περιβάλλον, σκεπτόμενοι πάντα τις επερχόμενες γενιές».
Επικεφαλής του γραφείου Αρμεύτης και Συνεργάτες, έχοντας διατελέσει μέλος του Δημοτικού Συμβουλίου Λεμεσού και έχοντας συνεργαστεί με το διεθνές αρχιτεκτονικό γραφείο Atkins για το σχεδιασμό και την επίβλεψη του The Oval, ο Γιάννης Αρμεύτης είναι από τους ανθρώπους που έχουν μια σφαιρική άποψη πάνω σε όσα αφορούν την αρχιτεκτονική στη Λεμεσό.
Η Λεμεσός είναι μια σύγχρονη μεσογειακή πόλη, που την τελευταία δεκαετία αποκατέστησε και ενίσχυσε τη σχέση της με τη θάλασσα, με έργα όπως η Ακτή Ολυμπίων, το παραθαλάσσιο πάρκο στην επίχωση, η ανάπλαση στο Παλιό Λιμάνι και η δημιουργία της Μαρίνας Λεμεσού, όπως και η νέα αίθουσα επιβατών στο Νέο Λιμάνι. Σημεία αναφοράς της πόλης είναι το Μεσαιωνικό Κάστρο, οι παλιές γειτονιές του Ζικ Ζακ, τα κλασσικά κτίρια της οδού Αγίου Ανδρέου, της οδού Ειρήνης, η Δημοτική Βιβλιοθήκη, αλλά και εκκλησίες όπως της Αγίας Νάπας. Η εγκατάσταση του ΤΕΠΑΚ έδωσε επίσης νέα ταυτότητα στο κέντρο, αφού παλιά κτίρια αποκαταστάθηκαν και νέα κτίρια ανεγέρθηκαν, ενώ οι πεζοδρομήσεις και η ανάπλαση πλατειών, όπως η Σαριπόλου, έδωσαν ώθηση για συνολική αναβάθμιση και αναζωογόνηση της παλιάς πόλης. Σημαντική είναι και η βιομηχανική κληρονομιά της Λεμεσού, με σήμα κατατεθέν τον υδατόπυργο, αλλά και τις παλιές οινοβιομηχανίες και αποθήκες χαρουπιών, ιδιαίτερα στην περιοχή μεταξύ παλιού και νέου λιμανιού. Η έγκριση του σχεδίου περιοχής του κέντρου, που περιλαμβάνει την πιο πάνω περιοχή, προσδοκώ ότι θα δώσει ώθηση για δημιουργία νέας αρχιτεκτονικής ταυτότητας που θα πάρει την Λεμεσό ακόμα πιο μπροστά.
Σε ένα σπίτι ο αρχιτέκτονας πρέπει να ικανοποιήσει τις βασικές ανάγκες της καθημερινότητας των χρηστών (ύπνος, υγιεινή, χαλάρωση), σε μια καλαίσθητη κατασκευή, προσαρμοσμένη στις οικονομικές δυνατότητες της οικογένειας. Έτσι δομείται και ο σχεδιασμός των πόλεων, όπου πρέπει να λαμβάνονται υπόψιν οι ανάγκες των κατοίκων και των επισκεπτών. Ο σύγχρονος Λεμεσιανός αναζητά στην πόλη την κοινωνικοποίηση και την αίσθηση του ανήκειν, την άσκηση και τη χαλάρωση, που γίνονται εφικτά με τη δημιουργία περισσότερων δημοσίων χώρων, όπως πλατείες, πεζόδρομοι, ποδηλατόδρομοι, πάρκα και χώροι πρασίνου, με απεξάρτηση από το αυτοκίνητο, με λιγότερες μετακινήσεις και ταλαιπωρία στους δρόμους.
...να μετασχηματιστούν οι πόλεις μας προς το καλύτερο. Εάν η πολιτική για τα ψηλά κτίρια διασφαλίζει περισσότερους χώρους πρασίνου, δημιουργία δημοσίων πλατειών, σεβασμό ανέσεων των γειτόνων και της περιοχής, οπτικές φυγές, διαμπερότητα, αρχιτεκτονική υψηλής αισθητικής στάθμης, όλα αυτά θα βελτιώσουν την εικόνα της πόλης και κατ´ επέκταση την ποιότητα ζωής. Στην ευρύτερη περιοχή Λεμεσού έχουν αδειοδοτηθεί αναπτύξεις για ψηλά κτίρια που λειτούργησαν θετικά, τόσο πολεοδομικά, όσο και στην ανάκαμψη της οικονομίας. Δυστυχώς δόθηκαν και άδειες που, ακριβώς λόγω της ατολμίας για περισσότερο ύψος, μπλόκαραν τη θέα προς την θάλασσα και δημιούργησαν ή θα δημιουργήσουν νέο τείχος.
Για να προχωρήσουμε στο μέλλον πρέπει να πατήσουμε στο παρελθόν της, να συνθέσουμε το παλιό με το νέο, να δημιουργήσουμε μεγάλα αστικά πάρκα όπως έκαναν 100 χρόνια πριν με τη δημιουργία του Δημόσιου Κήπου, να σεβαστούμε τη φυσιογνωμία των παλιών γειτονιών ή να την αποκαταστήσουμε, όπου χρειάζεται. Πρέπει να διαφυλαχθεί και η κληρονομιά του μοντέρνου, όπως κάποιες παλιές πολυκατοικίες του ’60 (του Κολακίδη, του Ψυλλίδη, του Μαυρομμάτη) το σχολείο St. Mary's του Οικονόμου και η αποθήκη ΣΕΔΙΓΕΠ του Πολυδωρίδη. Πρέπει, επίσης να επενδύσουμε στην εκ νέου χρήση παλιών οινοβιομηχανιών, με νέες λειτουργίες σε συνδυασμό με σύγχρονη αρχιτεκτονική και να ενισχύσουμε τη σχέση με τη θάλασσα, με την προοπτική που ανοίγεται με τη δημιουργία της Ακταιας οδού.
...τα άχαρα και υποβαθμισμένα κτίρια στον Πεντάδρομο, η αταξία στην οδό Ναυαρίνου και στην οδό Γλάδστωνος, οι πολυκατοικίες στον κυκλικό κόμβο Αγίου Νικολαου, τα κλιματιστικά και οι ταμπέλες στα κτίρια, ο κακός και φτηνός συνδυασμός υλικών, η οπτική ρύπανση από τα καλώδια, γενικά η κακή κατάσταση συντήρησης των κτιρίων και η απουσία νομικού πλαισίου που να υποχρεώνει τη διατήρησή τους σε καλή κατάσταση. Επίσης προβλήματα δημιουργούν τα ημιτελή και τα εγκαταλελειμμένα κτίρια, όπως το Pieris στην Ομονοίας, και το Fysko στην Πέτρου και Παύλου. Με ενοχλούν και τα στενά πεζοδρόμια, η ασυνέχεια στη ρυμοτομία και τις λίνιες των πεζοδρομίων και η απουσία οδικού πρασίνου.
Η πόλη μπορεί να καταστεί οικονομικό, ενεργειακό, εκπαιδευτικό, ιατρικό, αθλητικό, τουριστικό και πολιτιστικό κέντρο, με θέσεις εργασίας για όλους, με εμβέλεια όχι μόνο στην Κύπρο, αλλά και στην Ανατολική Μεσόγειο. Το κέντρο πρέπει να μείνει χωρίς αυτοκίνητα, να ενοποιηθεί οργανικά με την παραλία, αφού τα υφιστάμενα κτίρια γίνουν λιγότερα και ψηλότερα, να ολοκληρωθεί η Ακταία οδός και να ενοποιηθεί με γραμμικό πάρκο το Παλιό με το Νέο Λιμάνι, με τη μετακίνηση των παλιών οινοβιομηχανιών. Χρειάζονται, επίσης, δημόσιες συγκοινωνίες χωρίς ρύπους. Μπορούν να δοθούν κίνητρα για να αποσυρθούν τα παλιά και ανεπαρκή κτίρια. Η πόλη χρειάζεται, επίσης, αστικού τύπου ξενοδοχεία. Απαραίτητες είναι και οι σύγχρονες αθλητικές εγκαταστάσεις, αλλά και ένα αξιοπρεπές αρχαιολογικό μουσείο και ένα μουσείο μοντέρνας τέχνης στη Δημοτική Πινακοθήκη.
Η πόλη αυτή μόνο να μεγαλώσει μπορεί, αυτό είναι βέβαιο. Το μόνο που μένει να καθοριστεί είναι ο τρόπος που θα γίνει αυτό, ώστε όχι απλώς να μεγαλώσει, αλλά και να ωριμάσει, να ενηλικιωθεί, να συνειδητοποιήσει τις δυνατότητες και τα προτερήματά της, να αξιοποιήσει ό,τι καλύτερο φέρνει μαζί της από το παρελθόν και να το φέρει σε ένα μέλλον ακόμα πιο λαμπερό και αισιόδοξο. O καθένας από όσουν ζουν και αγαπούν τη Λεμεσό, μένει να αναγνωρίσει, πως μπορεί να συμβάλει καλύτερα.