Είναι κοντινά ξαδέρφια με την κλασική ποικιλία καρπουζιού, αλλά διαφέρουν στο χρώμα και ελαφρώς στη γεύση. Τα κίτρινα καρπούζια δεν είναι ούτε ωμά, ούτε χαλασμένα, αλλά μια ξεχωριστή εκδοχή του απόλυτου καλοκαιρινού φρούτου, που φαίνεται ότι ευδοκιμεί και στη Λεμεσό.
Το κίτρινο χρώμα τους οφείλεται στην έλλειψη του αντιοξειδωτικού λυκοπένιο λυκοπενίου. Είναι, βέβαια, όπως όλα τα καρπούζια, κατά το 90% νερό, με μεγάλη περιεκτικότητα σε βιταμίνες Α και C, όπως επίσης και κάλιο. Αν και στερείται λυκοπένιο, το κίτρινο καρπούζι διαθέτει ποσότητες καροτίνης.
Eιδικοί υποστηρίζουν ότι τα πρώτα καρπούζια, που καλλιεργούνταν στη Νότιο Αφρική, ήταν - κατά πάσα πιθανότητα – κίτρινα ή άσπρα, αν και δεν είχαν την ίδια γλυκιά γεύση. Τα καρπούζια αυτά, που καλλιεργούνται στα πλούσια χώματα του χωριού Τριμίκλινη, στην ορεινή Λεμεσό, προέκυψαν από σπόρους που ήρθαν από το εξωτερικό και ευδοκίμησαν στην περιοχή. Είναι το ίδιο ζουμερά και τραγανά με τα κλασικά καρπούζια, αν και το άρωμά τους είναι κάπως πιο ιδιαίτερο. Τρώγονται ωμά, ενώ κάποιοι τα προτιμούν είτε καραμελωμένα είτε και… στη σχάρα.
Ο Ανδρέας Βρυωνίδης, ο οποίος καλλιεργεί τα ιδιαίτερα αυτά καρπούζια στο περιβόλι του, υποστηρίζει ότι είναι ακόμα πιο απολαυστικά από τα κόκκινα.